Ναυτικές Ιστορίες του καπτα Σταύρου Δάγλα

1. Η ΑΠΟΡΙΑ, ΘΑ ΒΟΥΛΙΑΞΕΙ ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ Ή Η ΒΑΡΚΑ;

Στο Βαθύ της Ιθάκης το 1957, είχα δάσκαλο ναυτικών κόμπων, πρωρατικών έργων όπως μας έλεγαν, έναν παλιό λοστρόμο*, τον μπάρμπα Σπύρο τον Μαρούλη, πιο γνωστός στο Βαθύ ως Λυμπέριος.

Κάποτε μας διηγήθηκε: Κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914 – 1918), το καράβι που ταξίδευε, τορπιλίστηκε από Γερμανικό υποβρύχιο. Η ζημιά που προκλήθηκε στο πλοίο τους από τον τορπιλισμό, ήταν μεγάλη και ο καπετάνιος εκτίμησε ότι θα βυθίζονταν γρήγορα, γι’ αυτό και διέταξε την άμεση εγκατάλειψή του.

Χωρίς πως και γιατί, το πλήρωμα κατέβασε μία βάρκα στη θάλασσα και ένας ένας μπήκε σ’ αυτήν, εκτός από έναν ναυτικό (μας είπε ποιος αλλά εγώ δε θυμάμαι). Αυτός εκάθησε πάνω στην κουπαστή με τα πόδια προς την θάλασσα, κοντά στο σημείο καθαιρέσεως της βάρκας, αγκάλιασε έναν μεταλλικό στάτη (κολώνα) μ’ όλη του την δύναμη και μαρμάρωσε εκεί. Ούτε μιλούσε, ούτε σάλευε.

Στις προτροπές και παρακλήσεις του καπετάνιου, όπως και των άλλων του πληρώματος από κάτω, να κατεβεί κι αυτός απ΄ την ανεμόσκάλα* στη βάρκα, διότι το καράβι σε λίγο θα βούλιαζε και θα τον έπαιρνε μαζί του στον βυθό, δεν απαντούσε, αντιθέτως μάλιστα έσφιγγε όλο πιο δυνατά και πεισματάρικα τον στάτη.

Η θάλασσα φυσικά όσο αυτοί κουβέντιαζαν, κατάπινε το καράβι τους ανελέητη και τα πόδια του ναυτικού πλησίαζαν όλο πιο κοντά στην επιφάνειά της, αλλά συγχρόνως και στη βάρκα που τον περίμενε, με όλο το προσωπικό του καραβιού μέσα. Κάποια στιγμή λοιπόν που κατάλαβαν ότι θα ημπορούσε κάποιος να τον φθάσει, επήγαν κοντά του τραβώντας μερικές κουπιές* και ένας χειροδύναμος κατάφερε να τον αγκαλιάσει. Με τα χίλια ζόρια τον ξεκόλλησαν απ΄ το καράβι, γιατί αυτός ούρλιαζε και αντιστέκονταν. Χρειάσθηκε η επέμβαση και κάποιων άλλων, για να δυνηθούν τελικά να τον πάρουν μαζί τους.

Αμέσως μετά, απομακρύνθηκαν το απ’ το καράβι, μη τυχόν και τους ρουφήξει κάτω η δύνη που θα σχηματίζονταν, καθώς αυτό θα βούλιαζε.

Δεν άργησε να ‘ρθεί το τέλος του καραβιού, συμπλήρωσε ο μπάρμπα Σπύρος. Κοντοστάθηκε λιγάκι για να συνεχίσει, όχι όμως με την ίδια όπως πριν σταθερή φωνή: είναι άσχημο παιδιά αυτό που νοιώθει ο ναυτικός, όταν βλέπει την θάλασσα να καταπίνει το καράβι του. Δε χάνεται μόνον αυτό, παρασέρνει κι άλλα, πολλά πολλά άλλα πράγματα μαζί του ….

Αφού συνήρθαν κάπως, ρωτήσανε τον άνθρωπο που αναφέραμε πιο πάνω, γιατί αρνούνταν τόσο πεισματικά να μπει στη βάρκα; Ποιος ο λόγος;

Και η απάντησή του: Εγώ ήμουν σίγουρος ότι θα βούλιαζε η ΒΑΡΚΑ και όχι το καράβι.

Αυτό μού ‘μεινε στο μυαλό και αρκετές φορές το διηγήθηκα στα πληρώματα των πλοίων που υπηρέτησα, κατά την διάρκεια των γυμνασίων εγκαταλείψεως πλοίου που κάναμε, ώστε να τό ‘χουν σαν παράδειγμα και να θυμούνται, πως μπροστά στον απόλυτο κίνδυνο, η λογική, δεν κυριαρχεί πάντοτε στον άνθρωπο. Γι’ αυτό τους τόνιζα, όταν κανείς ευρεθεί σε παρόμοια δύσκολη κατάσταση, αξίζει να ρίχνει μια ματιά στον διπλανό του, να δει τι κάνει, πως συμπεριφέρεται και τι βοήθεια ίσως να χρειάζεται.

Εύχομαι οι κουβέντες του μπάρμπα Σπύρου, κάπου να έπιασαν ή να πιάσουν τόπο.

Σημείωση

Αμυδρά θυμάμαι τώρα το 2009, να μας είπε ο μπάρμπα Σπύρος, ότι όλοι τους διεσώθησαν στο ναυάγιο αυτό, «τους έπιασε κάποιο καράβι», όχι όμως άλλες λεπτομέρειες.

Γλωσσάρι

Λοστρόμος= ο ναύκληρος, ο επικεφαλής του προσωπικού καταστρώματος.
Ανεμόσκαλα= σχοινένια σκάλα, με σκαλοπάτια ξύλινα, στρογγυλά ή επίπεδα, ανάλογα
με την χρήση της.
Κουπιές= το τράβηγμα του κουπιού μερικές φορές.

ΝΕΕΣ ΜΕΓΑΝΗΣΙΩΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΣΤΑΥΡΟς ΔΑΓΛΑΣ

ΜΙΑ ΚΟΚΑ ΚΟΛΑ ΛΑΪΤ

Posted on Ιουνίου 28, 2011 by s0uel

Καλοκαίρι του 2006 στο Βαθύ.

Η παρέα επισκεπτών στο νησί, που κάθισε στο σουβλατζίδικο του Γάντζου (Γιώργου Παναγιώτη Πολίτη), δεν έδειχνε να ‘χει πρόβλημα όρεξης, απόδειξη και η ταχύτητα με την οποία «εγονάτισε» την τρίτη πιατέλα που τους σερβίρησε, ξεχειλισμένη από γύρο, σουβλάκια κάθε λογίς κι ότι άλλο μεζεκλίκι διέθετε το μαγαζί.

Κοντά στο τελείωμά της, παχουλή κυρία της παρέας, μα για την αλήθεια με ψαχνά καλοτοποθετημένα, εζήλωσε στους φίλους της με κινήσεις καλλιτέχνιδας και πολύ νάζι, δύο σημαντικές και τελεσίδικες αποφάσεις που πήρε:
Πρώτον, να κάνει άμεση παύση φαγητού και δεύτερον, να μαλώσει όποιον θα την παρέσυρε εις το εξής σε τέτοια φαγοπότια, για να συμπληρώσει, ρίχνοντας μια πατόκορφη ματιά στη σιλουέτα της: Ά-πα-πα, ποτέ πια. Ένα σουβλάκι μου είπατε ότι θα πάρομε κι εμείς φάγαμε….. Έπειτα όμως πιάστηκε να χαϊδεύει αργά – αργά την τσιτωμένη της κοιλιά και με μάτια μισόκλειστα να χαρίζει ένα αυτάρεσκο χαμόγελο στον εαυτό της, όλα ενδείξεις, ότι η ώρα της υποτροπής, στο ίδιο το «αμάρτημα», ήταν κοντά.

Επειδή όμως κάθε καλοφαγία, πρέπει να συνοδεύεται από μία ωραία χώνεψη και η φίλη μας φαίνεται να ήταν όχι μόνον γνώστης, αλλά και φανατική οπαδός αυτής της άποψης, έστρεψε την καρέκλα της προς την έξοδο του λιμανιού, αναπαύθηκε πάνω της με κινήσεις όλο νωχέλεια κι εζήτησε από τους φίλους της να μη την ενοχλήσουνε για λίγο, γιατί ήταν έτοιμη να «χαθεί» ως είπε, σ’ αυτό το απίστευτα όμορφο γαλάζιο που ξετυλίγονταν μπροστά της. Καθώς δε ετοιμάστηκε να φορέσει τα μοντέρνα σκούρα της γυαλιά (ίσως την έκρυβαν αν έπαιρνε κανέναν υπνάκο), σκέφθηκε ότι μία κόκα κόλα, λάιτ αναμφίβολα, θα ήταν ότι έπρεπε κείνη τη στιγμή. Γι’ αυτό, με μια χαριτωμένη πάντα κίνηση, τράβηξε την προσοχή του Γάντζου και την παράγγειλε.

Ο Γάντζος, που από ώρα παρακολουθούσε την «ρομαντική» και λεπτεπίλεπτη σε τρόπους και φερσίματα φίλη μας, ν’ απολαμβάνει χωρίς μέτρο τις νοστιμιές του, της απάντησε με ύφος βαρύγδουπου ρήτορα:

Δε βλογάει* τέτοιο πράγμα κυρία μου, στη κοιλάδα της χοληστερίνης.

Γλωσσάρι

Βλογάει= υπάρχει.

  • «Μεγανησιώτικες Ιστορίες» του Σταύρου Δάγλα
  • έκδοση του Πολιτιστικού Κέντρου Ταφίων, 2007
  •   επιμέλεια Κατερίνας Καββαδά

3 σκέψεις σχετικά με το “Ναυτικές Ιστορίες του καπτα Σταύρου Δάγλα

  1. Η τραγική σύμπτωση είναι ότι πριν από λίγο άρχισα για πολλοστή φορά να διαβάζω το βιβλίο «Μεγανησιώτικες Ιστορίες» …

  2. Παράθεμα: Meganisi Times | Ναυτικές Ιστορίες του κάπτα Σταύρου Δάγλα

  3. Παράθεμα: Meganisi Times | Ναυτικές Ιστορίες του κάπτα Σταύρου Δάγλα

Σχολιάστε